Ελληνικά UAV MQ-9B Sea Guardian

To MQ-9B Sea Guardian είναι ένα UAV της κατηγορίας Mέσου Υψομέτρου Υψηλής Αντοχής (MALE), σχεδιασμένο για να διεξάγει πολυχωρικές επιχειρήσεις τύπου ISR (Intelligence, surveillance and reconnaissance) σε αποστάσεις έως και 5.500 ναυτικών μιλίων. Παράλληλα, μπορεί να αναλάβει αποστολές αναγνώρισης / κατάδειξης στόχων ISTAR (Intelligence, Surveillance Target Acquisition & Reconnaissance) με έμφαση στο περιβάλλον του αρχιπελάγους του Αιγαίου και στις ευρύτερες περιοχές εθνικού ενδιαφέροντος στην Ανατολική Μεσόγειο.

Κάθε σύστημα Sea Guardian περιλαμβάνει 3 έως 4 αεροχήματα και τον σταθμό εδάφους, ενώ σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες η ελληνική προμήθεια ύψους 388.000.000 ευρώ αφορά σε 3 αεροχήματα και δύο σταθμούς εδάφους για αυξημένη επιχειρησιακή ευελιξία. Δυστυχώς, η έκδοση που σχεδιάζεται να παραληφθεί δεν είναι η οπλισμένη MQ-9 Reaper, αλλά η ειδική έκδοση επιτήρησης σε ναυτικό περιβάλλον και η προμήθεια 3 αεροχημάτων επιτρέπει τη διάθεση 2 MQ-9B ταυτόχρονα για επιχειρήσεις.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚινητήραςTurboprop TPE331-10 της Honeywell ισχύος 900 ίππων
Μήκος11,7μ
Εκπέτασμα πτερύγων24μ
Μέγιστο βάρος5.670 κιλά
Ωφέλιμο φορτίο363 κιλά εσωτερικά / 2.155 κιλά εξωτερικά (9 φορείς ανάρτησης)
Ταχύτητα210 κόμβοι (389 χαω)
Αυτονομία40 ωρες
Επιχειρησιακό ύψος οροφής40.000 πόδια

Το MQ-9A είναι ο διάδοχος του MQ-1A Predator και εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 2000 ως Predator–B και η σύνθεση του συστήματος είναι αντίστοιχη του αρχικού Predator, περιλαμβάνοντας ένα σταθμό GCS (Ground Control Station), 3 έως 4 αεροχήματα, σταθμό ζεύξης δεδομένων LOS (Line Of Sight), σταθμό επικοινωνιών BLOS (Beyond Line Of Sight) και το βασικό κιτ εργαλείων υποστήριξης. Με τη σειρά του, το MQ-9B Sky Guardian είναι μια βελτιωμένη έκδοση του MQ-9A και διαθέτει σύστημα ανίχνευσης και αποφυγής σύγκρουσης εν πτήση, που του επιτρέπει να πετά όπως κάθε άλλο αεροσκάφος πολιτικής αεροπορίας στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ. Αντίθετα, πολλά άλλα μη επανδρωμένα αεροσκάφη αναζητούν συγκεκριμένους αεροδιαδρόμους με ειδικά σχέδια πτήσης, είτε δεσμεύουν περιοχές για να βεβαιωθεί η ασφαλής πορεία τους.

Το Sea Gurdian μπορεί να μεταφέρει ηλεκτροοπτικό αισθητήρα MTS-Β (Multi-spectral Targeting System), ραντάρ έρευνας AN/APY-8 Lynx, εξοπλισμό SIGINT/ESM, υποδομή κόμβου αναμετάδοσης επικοινωνιών (Communications Relay) και ως προαίρεση ραντάρ θαλάσσιας επιτήρησης. Ο κύριος αισθητήρας περιλαμβάνει κάμερα ημέρας, υποσύστημα υπερύθρων (με δυνατότητα συγχώνευσης των δυο απεικονίσεων), αποστασιόμετρο και καταδείκτη λέιζερ, ενώ το ραντάρ παρέχει δυνατότητα λειτουργίας σε όλες τις καιρικές συνθήκες με διαμορφώσεις SAR, GMTI (Ground Moving Target Indicator) και ναυτικής επιτήρησης MWAS (Maritime Wide Area Search). Στη διαμόρφωση SAR η εμβέλεια ξεπερνά τα 80 χλμ και η ακρίβεια είναι της τάξεως των 3 μέτρων, ενώ στη διαμόρφωση GMTI η εμβέλεια φθάνει τα 23 χλμ και μπορούν να ιχνηλατηθούν οχήματα ή προσωπικό που κινείται με ταχύτητα 1,6 χαώ.

Για ανθυποβρυχιακές αποστολές, το Sea Guardian μπορεί να μεταφέρει δύο έως τέσσερις συσκευές διανομής ηχοσημαντήρων (sonobuoys), που επιτρέπουν την αποδέσμευση είτε 40 ηχοσημαντήρων "Α Size" είτε 80 ηχοσημαντήρες "G Size". Το αερόχημα μεταφέρει εσωτερικά δέκτη και επεξεργαστή ηχοσημαντήρων, καθώς και το Sunoboy Management and Control System, ενώ σύμφωνα με την General-Atomics θα μπορεί μελλοντικά να εφοδιαστεί και με εκτοξευόμενα βλήματα έναντι υποβρυχίων, διευρύνοντας σε μεγάλο βαθμό τον ρόλο του μέσα στην μάχη.

Ο υπόλοιπος εξοπλισμός περιλαμβάνει σύστημα αποπαγοποίησης για επιχειρήσεις σε ευρύτερο φάσμα συνθηκών, ολοκληρωμένο σύστημα εντοπισμού και αποφυγής άλλων εναέριων μέσων-DAA (Detect and Avoid System), σύστημα IFF με διαμόρφωση Mode 5 και άλλα. H επικοινωνία του με τις υπόλοιπες πλατφόρμες που συμμετέχουν στην πολεμική διαδικασία γίνεται μέσω Link-11 και Link-16. Η απογείωση και προσγείωση του συστήματος γίνεται συμβατικά με τροχοδρόμηση και χρήση διαδρόμου, όμως η λειτουργία του μπορεί να είναι και αυτόνομη.

Σε ελληνική υπηρεσία

Το αεροσκάφος λειτουργεί από πλήρωμα δύο ή τριών ατόμων (στο έδαφος), συμπεριλαμβανομένου ενός πιλότου και ενός αξιωματικού πληροφοριών ενώ μπορούν να προστεθούν και άλλα στελέχη υπηρεσιών (π.χ. από την Πολιτική Προστασία, το ΕΚΑΒ, την Πυροσβεστική). Ο επίγειος σταθμός ελέγχου μπορεί να βρίσκεται οπουδήποτε (και σε θωρακισμένο ασφαλή χώρο), ακόμη και χιλιάδες χιλιόμετρα από το σημείο όπου κινείται το MQ-9B, καθώς η επικοινωνία με το αεροσκάφος είναι κυρίως δορυφορική ενώ υπάρχει και η εναλλακτική μέσω επίγειας εκπομπής ραδιοσήματος. Κατά την επίδειξή του στη Λάρισα το 2019, το σύστημα περιλάμβανε τη δυνατότητα ελέγχου του από ένα συμβατό laptop C2 (XC2) και μια δορυφορική ζεύξη, επιτρέποντας την ολοκλήρωση μιας επιχείρησης χωρίς σταθμό GCS. Αυτό, σύμφωνα με την εταιρεία, έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση κατά 50% του χρόνου που απαιτείται για τους ελέγχους πριν από την πτήση.

Με πλήρη οπλισμό για ανθυποβρυχιακές αποστολές, συμπεριλαμβανομένων και των αισθητήρων, το Sea Guardian μπορεί να ίπταται για 40 ώρες στα 40.000 πόδια, ενώ το συνολικό κόστος χρήσης ανέρχεται σε μόλις 5.000 δολάρια ανά ώρα πτήσης, έναντι 35.000 δολαρίων ανά ώρα ενός συμβατικού αεροσκάφους AEW. Παρόλα αυτά, η προσθήκη ακόμη μίας πλατφόρμας επιτήρησης προκαλεί ερωτηματικά, όταν σε υπηρεσία βρίσκονται ήδη (ή παραλαμβάνονται) 10 ανθυποβρυχιακά ελικόπτερα MH-60R, 11 ανθυποβρυχιακά ελικόπτερα S-70, 5 ανθυποβρυχιακά αεροσκάφη P-3H, 4 αεροσκάφη AEW Ericsson Erieye και 2 UAV Heron Mk2 που κόστισαν πάνω από 2 δις ευρώ. Και όλα αυτά, όταν το Πολεμικό Ναυτικό διατηρεί υποβρύχια 50-ετίας, φρεγάτες 40-ετίας και λοιπές μονάδες κρούσης και βοηθητικά σκάφη από 40 έως και 60 ετών!

6 Ιουλίου 2022

Ηλεκτρολόγος Δημήτρης Ανθής