Μεταφορικό ελικόπτερο CH-47DG Chinook
Το βαρύ ελικόπτερο CH-47DG Chinook εκτελεί μεταφορές προσωπικού, πυροβολικού, εφοδίων και άλλου στρατιωτικού εξοπλισμού. Σε ειδικές διαμορφώσεις μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για αεροδιακομιδές τραυματιών, αποστολές έρευνας και διάσωσης, μεταφοράς αλεξιπτωτιστών και αντιπυρικής ασφάλειας. 163 CH-47D έλαβαν μέρος κατά τη διάρκεια του πρώτου πολέμου στο Ιράκ, ενώ περισσότερα από 1.000 ελικόπτερα υπηρετούν σε πολλές χώρες παγκοσμίως. Πάνω από 480 έχουν παραδοθεί στον αμερικανικό στρατό και στην αμερικανική εθνοφυλακή, ενώ στους χρήστες του περιλαμβάνονται η Αργεντινή, η Αυστραλία, ο Καναδάς, η Ιαπωνία, η Νορβηγία, η Ισπανία, η Μεγάλη Βρετανία, η Αίγυπτος, το Ιράν, η Λιβύη, το Μαρόκο και φυσικά η Ελλάδα από το 1984.
ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ | |
---|---|
Συνολικό Μήκος/Ύψος | 30,18/5,78 μ |
Διάμετρος στροφείων | 18,29 μ |
Βάρος (κενό) | 10,614 τόνοι |
Βάρος (μέγιστο) | 24,494 τόνοι |
Χωρητικότητα θαλάμου | 41,74 τ.μ. |
Ταχύτητα | 315 km/h |
Αυτονομία | 5 ώρες και 30 λεπτά |
Πλήρωμα | 4 |
Κινητήρας | 2 Textron Lycoming T55-L-712 των 3.750 hp |
Τα Chinook έχουν ένα τριπλό σύστημα εξωτερική ανάρτυσης φορτίου που παρέχει σταθερότητα κατά τη μεταφορά ενός μεγάλου φορτίου, αλλά και περισσοτέρων μικρότερων. Μεγάλα εξωτερικά φορτία όπως συστήματα πυροβολικού των 155 χιλ μπορούν να μεταφερθούν με ταχύτητες που φθάνουν τα 260 χ.α.ω, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι το κεντρικό άγκιστρο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη μεταφορά έως 12 τόνων και τα δύο δευτερεύοντα για 7,5 τόνους έκαστο. Ο θάλαμος επιβατών/φορτίου έχει όγκο 42κμ και επιφάνεια 21τμ, που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη μεταφορά 2 Hammer ή 1 Hammer και ενός συστήματος πυροβολικού 105 χιλ. μαζί με το πλήρωμά του. Ο θάλαμος μπορεί να μεταφέρει επίσης 33 έως 50 πλήρως εξοπλισμένους στρατιώτες ανάλογα με τη διαμόρφωση των θέσεων, ενώ σε διαμόρφωση ασθενοφόρου μπορεί να εξοπλιστεί με 24 φορεία.
Chinook σε ελληνική υπηρεσία
Η απόφαση για την αγορά των αρχικών Chinook CH-47C πάρθηκε το 1980 μετά από επίδειξη του ελικοπτέρου στην Ελλάδα, προκειμένου να ενισχυθεί η δυνατότητα ταχείας ενίσχυσης των φρουρών των νησιών του Αιγαίου. Η σχετική παραγγελία για 10 ελικόπτερα λυψους 90.000.000 δολαρίων δόθηκε το 1981 στην ιταλική εταιρεία Meridionali, ενώ τα πρώτα Chinook ήρθαν στην Ελλάδα το 1983. Τα ελικόπτερα αυτά είχαν παραγγελθεί από τον σάχη της Περσίας, αλλά κατέληξαν τελικά στην Ελλάδα μετά από το πραξικόπημα στην Τεχεράνη. Το 1984 σημειώθηκε το πρώτο ατύχημα με Σινούκ, όταν το ελικόπτερο με κωδικό ΕΣ-006 είχε "βαριά προσγείωση" στη Σάμο κατά τη μεταφορά ενός ραντάρ. Το ελικόπτερο τελικά χρησιμοποιήθηκε ως ανταλλακτικά.
Το 1990-1991 λήφθηκε η απόφαση εκσυγχρονισμού των Chinook στο επίπεδο "-47D", κάτι που έκαναν και άλλες χώρες που χρησιμοποιούσαν τον τύπο. Για την αναβάθμιση των δυνατοτήτων τους επιλέχθηκε η έκδοση με τις δεξαμενές μεγάλων αποστάσεων, με το σκεπτικό ότι θα μπορούσαν έτσι να μετακινήσουν μια ετοιμοπόλεμη Μοίρα καταδρομέων στην Κύπρο. Τα ελικόπτερα που ανέλαβε να εκσυγχρονίσει η Boeing επέστρεψαν στην Ελλάδα την περίοδο 1994-96 και το πρόγραμμα αναβάθμισης (κόστους 150.000.000 δολαρίων) περιέλαβε νέες πτέρυγες στα στροφεία από ενισχυμένες ίνες γυαλιού, ισχυρότερους κινητήρες T-55-L-712 και αναβαθμισμένο σύστημα μετάδοσης βαθμονομημένο στους 7.500 ίππους (που μπορεί να λειτουργεί για 30 περίπου λεπτά χωρίς καθόλου λιπαντικό), επανασχεδιασμένο πιλοτήριο με καλύτερη εργονομία, βελτιωμένο ηλεκτρικό σύστημα και νέο βαθμιδωτό υδραυλικό σύστημα το οποίο περιορίζει σημαντικά τις σωληνώσεις και τα σημεία διαρροών, δυνατότητα εγκατάστασης διοπτρών νυχτερινής σκόπευσης - παρατήρησης, προηγμένο σύστημα ελέγχου της πτήσεως, σύγχρονα ηλεκτρονικά όργανα πτήσης, καθώς και μια βοηθητική πηγή ισχύος η οποία εξυπηρετεί τη λειτουργία των υδραυλικών και ηλεκτρικών συστημάτων στο έδαφος. Σε σχέση με το παρελθόν, οι βελτιώσεις που προέκυψαν ήταν:
- Δομική ενίσχυση για μεταφορά 50 ανδρών
- Νέες, μεγάλες δεξαμενές που διπλασιάζουν την αυτονομία
- Μέσο Χρόνο Μεταξύ Γενικών Επισκευών (ΜΤΒΟ) 2.400 ωρών
- Μείωση εξόδων συντήρησης κατά 25%
- Μείωση χρόνου ανεφοδιασμού από 32 λεπτά στα 10
- Αύξηση αξιοπλοϊας από 2 μποφόρ στα 7
- Αύξηση ωφέλιμου φορτίου κατά 1.500 λίβρες
Αγορά ελικοπτέρων CH-47SD
Η ικανοποίηση από την απόδοση των εκσυγχρονισμένων ελικοπτέρων αλλά και οι δεδομένες ανάγκες μετά τα Ίμια οδήγησαν στην παραγγελία 7 ακόμη CH-47SD (Super D). Η αρχική πρόθεση ήταν για 9 ελικόπτερα της πλέον πλήρους διαμόρφωσης και επιπλέον 2 για διείσδυση ειδικών δυνάμεων (σύνολο 11) που περικόπηκαν σε 7+2 για να καταλήξουν σε 7 και με μειωμένες προβλέψεις εξοπλισμού σε σχέση με το τυπικό "Super D" αλλά πολύ αυξημένη τιμή. Η Ελλάδα επέλεξε ελαφρά διαφορετικό σύστημα αυτοπροστασίας (που επρόκειτο να εγκατασταθεί αναδρομικά και στα προηγούμενα ελικόπτερα) και βαρούλκο, ενώ αποποιήθηκε του ψηφιακού πιλοτηρίου. Τα ελληνικά ελικόπτερα έχουν συμβατικό πιλοτήριο περισσότερο για λόγους ομοιοτυπίας με τα απλά CH-47D εξ' αναβαθμίσεως, ώστε να μην περιπλέκεται η πιστοποίηση και εκπαίδευση πιλότων και η υποστήριξη, και λιγότερο για λόγους κόστους.
Πιο αναλυτικά, οι διαφορές τους με τα εκσυγχρονισμένα CH-47D εστιάζονται στο σύστημα αυτοπροστασίας με δέκτη προειδοποίησης ραντάρ (RWR) APR-39A, στο δέκτη προειδοποίησης επερχόμενων βλημάτων ALQ-156 και σε ένα διανομέα θερμοβολίδων M206/αεροφύλλων M1. Παράλληλα, το ραντάρ καιρού έχει δυνατότητα χαρτογράφησης εδάφους, ενώ περιλαμβάνεται επίσης ένας δέκτης συστήματος δορυφορικού προσδιορισμού θέσεως και σύστημα αδρανειακής ναυτιλίας.
Τέλος, τα ελικόπτερα εξοπλίζονται με νέους ισχυρότερους κινητήρες με ψηφιακό σύστημα ελέγχου (FADEC). Ο T55-L714A των 4.868 ίππων προσφέρει 22% μεγαλύτερη ισχύ και 3% χαμηλότερη κατανάλωση καυσίμου σε συνθήκες hot & high. Παράλληλα, διπλασιάζει το μη προγραμματισμένο μέσο χρόνο μεταξύ δύο διαδοχικών επιθεωρήσεων (MTBDR) και μειώνει κατά 33% το κόστος γενικής επισκευής και συντήρησης. Τα ελικόπτερα αυτά άρχισαν να παραδίδονται το καλοκαίρι του 2001, ενώ το τελευταίο παραλήφθηκε το Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου. Το συνολικό κόστος του προγράμματος ανήλθε σε 120.000.000.000 δραχμές και βάρυνε το ΕΜΠΑΕ1996 - 2001.
Το 2014 συμφωνήθηκε η προμήθεια 10 μεταχειρισμένων CH-47D από τα αμερικανικά αποθέματα και τα ελικόπτερα παραδόθηκαν μεταξύ 2016 και 2019.
Σήμερα ο ελληνικός στόλος των μεταφορικών ελικοπτέρων CH-47 Chinook αποτελείται από:
- 9 ελικόπτερα CH-47D LR (Long Range: μακράς εμβέλειας) με κινητήρες Honeywell T-55L-712 από τα 10 ελικόπτερα της αρχικής παραγγελίας (προς απόσυρση)
- 6 ελικόπτερα CH-47D LR με κινητήρες T-55L-714 από τα αρχικά 7 ελικόπτερα της δεύτερης παραγγελίας
- 10 ελικόπτερα CH-47D SR (Standard Range: τυπικής εμβέλειας) με κινητήρες T-55L-714 που μεταβιβάστηκαν από τα αποθέματα των ΗΠΑ
Αγορά 18 κινητήρων
Στις 20 Μαΐου 2020, η Ειδική Διαρκής Επιτροπή Εξοπλιστικών Προγραμμάτων & Συμβάσεων της Βουλής εγκρίνει υποπρόγραμμα προμήθειας 18 κινητήρων T55-GA-714A κόστους 29.600.000 ευρώ, προς αντικατάσταση των T55-L-712 που φέρουν τα 9 παλαιότερα CH-47DG. Στόχος ήταν να ξεκινήσει η αντικατάσταση των κινητήρων που φέρουν τα παλαιότερα ελικόπτερα, με αποτέλεσμα σταδιακά όλη η δύναμη να φέρει την ίδια έκδοση κινητήρα.
Τον Ιούλιο του 2020 ακυρώνεται εντολή για πέντε επιπλέον ελικόπτερα CH-47D και αντικαθίσταται από την προμήθεια 20 κινητήρων για την αντικατάσταση των T55-L-712 των εννέα CH-47D LR, με τροποίηση της LOA-B-XOP.
Στις 16 Ιουνίου 2021, υπογράφεται η 4η Τροποποίηση της LOA-B-XOP ώστε οι κινητήρες να παραληφθούν το 2023 και να ξεκινήσουν οι εργασίες εγκατάστασης.
Τον Οκτώβριο του 202, γίνεται γνωστό ότι η συγκεκριμένη αντικατάσταση κινητήρων είναι τεχνικά αδύνατη και επομένως η διακρατική σύμβαση δεν μπορεί να υλοποιηθεί. Έτσι αποφασίζεται να παραληφθούν, μέσω νέας τροποποίησης της αρχικής LOA, δύο νέας κατασκευής κινητήρες ως ανταλλακτικά και μετά τον επανυπολογισμό των χρηματικών υπολοίπων, αυτά να διατεθούν σε υλικά και υπηρεσίες για την υποστήριξη του στόλου των CH-47.
Χαμηλές διαθεσιμότητες
Σύμφωνα με πληροφορίες τον Δεκέμβριο 2024, μόλις 5 ελικόπτερα ήταν διαθέσιμα σε σύνολο 25!
Στις 14 Μαρτίου 2023, το ΚΥΣΕΑ ενέκρινε την LOA GR-B-XOU για το πρόγραμμα «Εν Συνεχεία Υποστήριξης – Follow On Support (FOS)» πενταετούς διαρκείας μέσω διακρατικής FMS, κόστους 100.000.000 ευρώ. Στα πλαίσια του προγράμματος αυτού, τον Απρίλιο του 2023 υπογράφηκε σύμβαση για τη βαριά συντήρηση των CH-47 Chinook σε ιδιωτική εταιρεία, υπό την καθοδήγηση της κατασκευάστριας Boeing. Υπενθυμίζεται ότι η προγραμματισμένη συντήρηση των ελικοπτέρων Chinook εκτελείται ανά 25, 50, 75 και 100 ώρες πτήσης (στο 4 Τάγμα ελικοπτέρων), ενώ με την συμπλήρωση 200 ωρών είναι υποχρεωτική από τον κατασκευαστή η γενική επιθεώρηση του ελικοπτέρου και των συστημάτων του και η εκτέλεση εκτεταμένων εργασιών συντήρησης.
Στόχος ήταν οι διαθεσιμότητες των Chinook να ανέλθουν στο 70%, ενώ -εξαιτίας των αυξημένων επιχειρησιακών αναγκών- καταβάλλονται προσπάθειες για να αυξηθούν σε πάνω από 2.000 οι ώρες πτήσης. Αυτό σημαίνει ότι θα απαιτηθούν πάνω από 10 ετήσιες συντηρήσεις των 200 ωρών, κατά τις οποίες κάθε Chinook πρέπει να περάσει από εξονυχιστικό έλεγχο. Η διαδικασία αυτή είναι χρονοβόρα και μπορεί να διαρκέσει από δύο έως και τέσσερις μήνες, αναλόγως των βλαβών που θα εντοπιστούν, καθώς το ελικόπτερο «ξηλώνεται» και ελέγχονται όλα τα μέρη του για βλάβες και ρωγμές. Αν και το σκέλος των ανταλλακτικών εκτελείται κανονικά, δεν έχει ικανοποιηθεί ακόμη η απαίτηση για την εκτέλεση των προγραμματισμένων επιθεωρήσεων – συντηρήσεως (PMS) συμπληρώσεως 200 ωρών
Η αμερικανική εταιρεία δεν έχει βρει συνεργάτη στον ιδιωτικό τομέα που να πληροί τα κριτήρια της LOA και έχει αντιπροτείνει την εκτέλεση των εργασιών από κλιμάκιο τεχνικών της στα υπόστεγα συντηρήσεως του 2ου ΣΥΑΣ στα Μέγαρα. Αποτέλεσμα όλων αυτών είνα οι διαθεσιμότητες να παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα, την ώρα που τα Chinook «φορτώνουν» συνεχώς ώρες πτήσης για μια σειρά από δραστηριότητες που αφορούν ζητήματα πολιτικής προστασίας, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα την συνδρομή στις πληγείσες από τις πλημμύρες περιοχές της Θεσσαλίας το Φθινόπωρο 2023.
Τα Στελέχη του 4ου ΤΕΑΣ αναγκάζονται να «κανιβαλίζουν» ελικόπτερα προκειμένου να εξασφαλίσουν ανταλλακτικά, τα οποία τοποθετούν σε άλλα ώστε να πετούν, ενώ μεγάλος αριθμός συστημάτων αποστέλλεται για συντήρηση στις ΗΠΑ, με αποτέλεσμα να χάνεται πολύτιμος χρόνος και τα ελικόπτερα να παραμένουν καθηλωμένα. Το πρόβλημα πλέον εντοπίζεται και στο γεγονός ότι τα CH-47D δεν υποστηρίζονται πλέον από την κατασκευάστρια εταιρεία, αφού η γραμμή παραγωγής έχει περάσει στα CH-47F.
Αγορά νέων ελικοπτέρων και εκσυγχρονισμός
Στις 24 Ιουνίου 2022, έγινε γνωστό το κόστος προμήθειας αλλα και αναβάθμισης υφισταμένων ελικοπτέρων στην έκδοση CH-47F Block I και Block II, που ανέρχονται σε 42.630.000 δολάρια και 57.855.000 δολάρια αντίστοιχα. Η έκδοση Block II προσφέρει 8% μεγαλύτερο μέγιστο μεικτό βάρος (54.000 έναντι 50.000 λιβρών) και 10% αυξημένο ωφέλιμο φορτίο (22.000 έναντι 20.000 λιβρών). Με τον τρόπο αυτό, επισημάνθηκε ότι το κόστος αναβάθμισης ενός ελικοπτέρου CH-47D σε F είναι μεγαλύτερο (!!) από αυτό της προμήθειας CH-47F Block II νέας κατασκευής, κάτι που φυσικά καθιστά τον εκσυγχρονισμό ασύμφορο.